lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατασκευάζω στα αγγλικά

Λέξη:
κατασκευάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (42):
act, adulterate, become, concoct, confect, conjure, construct, counterfeit, do, doctor, effect, execute, exercise, fabricate, fake, falsify, finish, forge, form, fulfil, generate, get, got, gotten, imbrute, instantiate, make, manufacture, obey, ought, perform, performed, ply, produce, proofread, pursue, render, spawn, take, wale, work, yield
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά κατασκευάζω, κατασκευάζω χριστουγεννιάτικες κάρτες, κατασκευάζω χριστουγεννιάτικα στολίδια, κατασκευάζω χαρταετό, κατασκευάζω συνώνυμα, κατασκευάζω σελιδοδείκτες, κατασκευάζω στα αγγλικά, act στα ελληνικά
κατασκευάζω στα αγγλικά