lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατασκευάζω στα λιθουανική

Λέξη:
κατασκευάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (4):
gaminti, dirbti, veikti, statyti
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική κατασκευάζω, κατασκευάζω χριστουγεννιάτικες κάρτες, κατασκευάζω χριστουγεννιάτικα στολίδια, κατασκευάζω χαρταετό, κατασκευάζω συνώνυμα, κατασκευάζω σελιδοδείκτες, κατασκευάζω στα λιθουανική, gaminti στα ελληνικά
κατασκευάζω στα λιθουανική