lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατασκευάζω στα ισπανικά

Λέξη:
κατασκευάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (33):
adulterar, ajusticiar, amasar, confeccionar, construir, crear, cumplir, dar, desentonar, edificar, efectuar, ejecutar, ejercer, elaborar, estilar, fabricar, falsificar, forjar, formar, funcionar, hacer, hacerse, laborar, labrar, manufacturar, obrar, operar, ponerse, producir, realizar, sacar, trabajar, verificar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά κατασκευάζω, κατασκευάζω χριστουγεννιάτικες κάρτες, κατασκευάζω χριστουγεννιάτικα στολίδια, κατασκευάζω χαρταετό, κατασκευάζω συνώνυμα, κατασκευάζω σελιδοδείκτες, κατασκευάζω στα ισπανικά, adulterar στα ελληνικά
κατασκευάζω στα ισπανικά