lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπόκωφος στα αγγλικά

Λέξη:
υπόκωφος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (11):
bare, blank, emptiest, empty, hollow, null, slack, vacant, vain, void, waste
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά υπόκωφος, υπόκωφος συνώνυμα, υπόκωφος ορισμός, υπόκωφος ήχος, υπόκωφος στα αγγλικά, bare στα ελληνικά
υπόκωφος στα αγγλικά