lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπόκωφος στα λιθουανική

Λέξη:
υπόκωφος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (4):
drevėtas, duslus, tuščias, tuščiaviduris
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική υπόκωφος, υπόκωφος συνώνυμα, υπόκωφος ορισμός, υπόκωφος ήχος, υπόκωφος στα λιθουανική, drevėtas στα ελληνικά
υπόκωφος στα λιθουανική