lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπόκωφος στα πορτογαλικά

Λέξη:
υπόκωφος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (9):
balada, cavidade, frívolo, fútil, sueco, vácuo, vago, vão, vazio
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά υπόκωφος, υπόκωφος συνώνυμα, υπόκωφος ορισμός, υπόκωφος ήχος, υπόκωφος στα πορτογαλικά, balada στα ελληνικά
υπόκωφος στα πορτογαλικά