lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπόκωφος στα ισπανικά

Λέξη:
υπόκωφος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (7):
desierto, hueco, vacante, vacío, vacuo, vano, yermo
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά υπόκωφος, υπόκωφος συνώνυμα, υπόκωφος ορισμός, υπόκωφος ήχος, υπόκωφος στα ισπανικά, desierto στα ελληνικά
υπόκωφος στα ισπανικά