lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διδάσκω στα γαλλικά

Λέξη:
διδάσκω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (10):
apprendre, instruire, enseigner, prôner, enseigne, étude, étudier, mémoriser, rapprendre, régenter
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά διδάσκω, διδάσκω φυσική, διδάσκω φυσικές επιστήμες, διδάσκω τεχνολογία, διδάσκω συνώνυμο, διδάσκω κλίση, διδάσκω στα γαλλικά, apprendre στα ελληνικά
διδάσκω στα γαλλικά