lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διδάσκω στα λευκορωσίας

Λέξη:
διδάσκω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (8):
інструктаваць, учытацца, вучыць, навучаць, научаць, абучаць, вучыцца, навучацца
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας διδάσκω, διδάσκω φυσική, διδάσκω φυσικές επιστήμες, διδάσκω τεχνολογία, διδάσκω συνώνυμο, διδάσκω κλίση, διδάσκω στα λευκορωσίας, інструктаваць στα ελληνικά
διδάσκω στα λευκορωσίας