lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μυρίζω στα γαλλικά

Λέξη:
μυρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (8):
aller, concevoir, ressentir, sentir, tâter, fleurer, blairer, flairer
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά μυρίζω, μυρίζω τα νύχια μου, μυρίζω συνωνυμα, μυρίζω σκόρδο, μυρίζω άσχημα, δεν μυρίζω, μυρίζω στα γαλλικά, aller στα ελληνικά
μυρίζω στα γαλλικά