lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μυρίζω στα εσθονική

Λέξη:
μυρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-εσθονική
Μεταφράσεις (2):
lõhnama, tundma
Σχετικές λέξεις:
εσθονική μυρίζω, μυρίζω τα νύχια μου, μυρίζω συνωνυμα, μυρίζω σκόρδο, μυρίζω άσχημα, δεν μυρίζω, μυρίζω στα εσθονική, lõhnama στα ελληνικά
μυρίζω στα εσθονική