lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τυφλώνω στα γερμανικά

Λέξη:
τυφλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (2):
blenden, verblenden
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά τυφλώνω, τυφλώνω στα γερμανικά, blenden στα ελληνικά
τυφλώνω στα γερμανικά