lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τυφλώνω στα ισπανικά

Λέξη:
τυφλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (5):
alucinar, deslumbrar, encandilar, ofuscar, cegar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά τυφλώνω, τυφλώνω στα ισπανικά, alucinar στα ελληνικά
τυφλώνω στα ισπανικά