lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έσοδο στα ουγγρική

Λέξη:
έσοδο (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική έσοδο, τεκμαρτό έσοδο, συνολικό έσοδο, οριακό έσοδο, μέσο έσοδο, δεδουλευμένο έσοδο, έσοδο στα ουγγρική, jövedelem στα ελληνικά
έσοδο στα ουγγρική