lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βοηθώ στα ρωσικά

Λέξη:
βοηθώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (5):
ассистировать, помогать, выручать, поддерживать, содействовать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά βοηθώ, να βοηθώ, βοηθώ συνώνυμα, βοηθώ ομορριζα, βοηθώ κλίση, βοηθώ βοηθήστε, βοηθώ στα ρωσικά, ассистировать στα ελληνικά
βοηθώ στα ρωσικά