lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συλλέγω στα αγγλικά

Λέξη:
συλλέγω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (19):
accumulate, amass, assemble, collect, congregate, convene, cull, foregather, forgather, gather, glean, harvest, hoard, pick, rally, re-collect, reap, recollect, skim
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά συλλέγω, συλλέγω χρονική αντικατάσταση, συλλέγω συνώνυμα, συλλέγω στιγμές, συλλέγω κλίση, συλλέγω ετυμολογία, συλλέγω στα αγγλικά, accumulate στα ελληνικά
συλλέγω στα αγγλικά