lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υπερβάλλω στα αγγλικά

Λέξη:
υπερβάλλω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (12):
aggrandize, decide, exaggerate, magnify, overdo, overdone, overprize, overrate, overstate, replant, scale, transplant
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά υπερβάλλω, υπερβάλλω χρονικη αντικατασταση, υπερβάλλω συνωνυμο, υπερβάλλω συνωνυμα, υπερβάλλω στα αγγλικά, υπερβάλλω εαυτόν, υπερβάλλω στα αγγλικά, aggrandize στα ελληνικά
υπερβάλλω στα αγγλικά