lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ατελιέ στα γαλλικά

Λέξη:
ατελιέ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (25):
atelier, bourrellerie, chantier, corderie, cordonnerie, coutellerie, gageure, institution, laboratoire, marbrerie, maternité, miroiterie, nourricerie, otage, ouvroir, pari, pyrotechnie, saboterie, studio, tonnellerie, troussis, tôlerie, vitrerie, établi, établissement
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά ατελιέ, ατελιέ σπύρου βασιλείου, ατελιέ σίλια κριθαριώτη, ατελιέ πολέντας, ατελιέ νυφικών, ατελιέ λουκία, ατελιέ στα γαλλικά, atelier στα ελληνικά
ατελιέ στα γαλλικά