lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κληροδοτώ στα γερμανικά

Λέξη:
κληροδοτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (15):
aufschreiben, aufzeichnen, ausrichten, beschreiben, buchen, einschreiben, eintragen, geben, verbuchen, vermachen, vormerken, übergeben, überlassen, übermitteln, überweisen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κληροδοτώ, κληροδοτώ το τίποτα σε κανέναν '', κληροδοτώ κληρονομώ, κληροδοτώ ετυμολογία, κληροδοτώ βικιλεξικό, κληροδοτώ αντώνυμα, κληροδοτώ στα γερμανικά, aufschreiben στα ελληνικά
κληροδοτώ στα γερμανικά