lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κληροδοτώ στα φινλανδικά

Λέξη:
κληροδοτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (2):
testamentata, kirjata
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά κληροδοτώ, κληροδοτώ το τίποτα σε κανέναν '', κληροδοτώ κληρονομώ, κληροδοτώ ετυμολογία, κληροδοτώ βικιλεξικό, κληροδοτώ αντώνυμα, κληροδοτώ στα φινλανδικά, testamentata στα ελληνικά
κληροδοτώ στα φινλανδικά