lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανύπαντρος στα ισπανικά

Λέξη:
ανύπαντρος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (15):
ajeno, desalquilado, descampado, desocupado, despejado, excusado, exento, franco, lento, libre, mozo, soltero, suelto, vacante, vacío
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά ανύπαντρος, ανύπαντρος στα ισπανικά, ajeno στα ελληνικά
ανύπαντρος στα ισπανικά