lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επίδομα στα ισπανικά

Λέξη:
επίδομα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (11):
accesorio, adición, apéndice, aumento, ayuda, añadidura, complemento, socorro, subsidio, subvención, suplemento
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά επίδομα, επίδομα τοκετού, επίδομα τέκνων ογα, επίδομα τέκνων 2014, επίδομα τέκνων, επίδομα πετρελαίου θέρμανσης 2014, επίδομα στα ισπανικά, accesorio στα ελληνικά
επίδομα στα ισπανικά