lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επίδομα στα γαλλικά

Λέξη:
επίδομα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (19):
accessoire, addenda, addition, ajout, ajouté, allocation, appendice, augment, aveline, complément, extra, indemnité, mélange, présalaire, rajout, secours, subside, subvention, supplément
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά επίδομα, επίδομα τοκετού, επίδομα τέκνων ογα, επίδομα τέκνων 2014, επίδομα τέκνων, επίδομα πετρελαίου θέρμανσης 2014, επίδομα στα γαλλικά, accessoire στα ελληνικά
επίδομα στα γαλλικά