lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επίδομα στα βουλγαρικά

Λέξη:
επίδομα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (3):
добавка, приложение, събиране
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά επίδομα, επίδομα τοκετού, επίδομα τέκνων ογα, επίδομα τέκνων 2014, επίδομα τέκνων, επίδομα πετρελαίου θέρμανσης 2014, επίδομα στα βουλγαρικά, добавка στα ελληνικά
επίδομα στα βουλγαρικά