lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μισθοφόρος στα ισπανικά

Λέξη:
μισθοφόρος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (3):
jornalero, mercenario, pagadero
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά μισθοφόρος, ο μισθοφόρος, μισθοφόρος στρατιώτης, μισθοφόρος ορισμός, επάγγελμα μισθοφόρος, μισθοφόρος στα ισπανικά, jornalero στα ελληνικά
μισθοφόρος στα ισπανικά