lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οικιακός στα ισπανικά

Λέξη:
οικιακός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (21):
camarera, casa, casero, criada, dentro, domicilio, doméstico, familia, familiar, indígena, interior, interna, interno, intestino, morada, moza, muchacha, nacional, sirvienta, tripa, íntimo
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά οικιακός, οικιακός μύλος για αλεύρι, οικιακός μύλος αλευριού, οικιακός κομποστοποιητής, οικιακός εξοπλισμός, οικιακός γραμματισμός, οικιακός στα ισπανικά, camarera στα ελληνικά
οικιακός στα ισπανικά