lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθυστέρηση στα λευκορωσίας

Λέξη:
καθυστέρηση (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (6):
адтэрміноўка, адцяжка, зацягванне, зацяжка, прамаруджанне, прамаруджванне
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας καθυστέρηση, καθυστέρηση συνώνυμα, καθυστέρηση στην περίοδο, καθυστέρηση περιόδου λόγω αντιβίωσης, καθυστέρηση περιόδου λόγω άγχους, καθυστέρηση περιόδου 5 ημέρες, καθυστέρηση στα λευκορωσίας, адтэрміноўка στα ελληνικά
καθυστέρηση στα λευκορωσίας