lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βοηθός στα λιθουανική

Λέξη:
βοηθός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (4):
asistentas, padėjėjas, pagalbininkas, pagalba
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική βοηθός, βοηθός φυσικοθεραπείας, βοηθός φαρμακείου, βοηθός οδοντικής τεχνολογίας, βοηθός νοσηλευτικής γενικής νοσηλείας, βοηθός μητρότητας, βοηθός στα λιθουανική, asistentas στα ελληνικά
βοηθός στα λιθουανική