lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βοηθός στα σουηδικά

Λέξη:
βοηθός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (12):
amanuens, assistent, bistå, bistånd, biträdande, biträde, hjälp, medhjälpare, ställföreträdare, suppleant, vikar, vikarie
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά βοηθός, βοηθός φυσικοθεραπείας, βοηθός φαρμακείου, βοηθός οδοντικής τεχνολογίας, βοηθός νοσηλευτικής γενικής νοσηλείας, βοηθός μητρότητας, βοηθός στα σουηδικά, amanuens στα ελληνικά
βοηθός στα σουηδικά