lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βοηθός στα ρωσικά

Λέξη:
βοηθός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (9):
ассистент, помощник, вспомогательный, подсобный, полузащитник, помощь, замена, заместитель, лейтенант
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά βοηθός, βοηθός φυσικοθεραπείας, βοηθός φαρμακείου, βοηθός οδοντικής τεχνολογίας, βοηθός νοσηλευτικής γενικής νοσηλείας, βοηθός μητρότητας, βοηθός στα ρωσικά, ассистент στα ελληνικά
βοηθός στα ρωσικά