lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βοηθός στα δανική

Λέξη:
βοηθός (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (9):
assistent, bistå, bistand, hjælp, hjælpemiddel, erstatning, løjtnant, suppleant, vikar
Σχετικές λέξεις:
δανική βοηθός, βοηθός φυσικοθεραπείας, βοηθός φαρμακείου, βοηθός οδοντικής τεχνολογίας, βοηθός νοσηλευτικής γενικής νοσηλείας, βοηθός μητρότητας, βοηθός στα δανική, assistent στα ελληνικά
βοηθός στα δανική