lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αύξηση στα νορβηγικά

Λέξη:
αύξηση (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (12):
høyde, oppgang, oppsving, prisstigning, pålegg, stigning, størrelse, tillegg, tilvekst, vekst, vætt, økning
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά αύξηση, αύξηση ωραρίου εκπαιδευτικών, αύξηση τεστοστερόνης, αύξηση στα διόδια, αύξηση στήθους, αύξηση μυικής μάζας, αύξηση στα νορβηγικά, høyde στα ελληνικά
αύξηση στα νορβηγικά