lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αύξηση στα λευκορωσίας

Λέξη:
αύξηση (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (4):
прырашчэнне, прырост, прырошчванне, рост
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας αύξηση, αύξηση ωραρίου εκπαιδευτικών, αύξηση τεστοστερόνης, αύξηση στα διόδια, αύξηση στήθους, αύξηση μυικής μάζας, αύξηση στα λευκορωσίας, прырашчэнне στα ελληνικά
αύξηση στα λευκορωσίας