lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αύξηση στα ισπανικά

Λέξη:
αύξηση (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (13):
abultamiento, agrandamiento, alza, ampliación, aumento, creces, crecimiento, engrandecimiento, estatura, expansión, incremento, subida, talla
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά αύξηση, αύξηση ωραρίου εκπαιδευτικών, αύξηση τεστοστερόνης, αύξηση στα διόδια, αύξηση στήθους, αύξηση μυικής μάζας, αύξηση στα ισπανικά, abultamiento στα ελληνικά
αύξηση στα ισπανικά