lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαζεύω στα αγγλικά

Λέξη:
μαζεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (31):
accrue, accumulate, agglomerate, aggregate, amass, assemble, bank, collect, congregate, convene, convoke, cull, cumulate, flock, foregather, forgather, gather, glean, harvest, heap, hoard, mass, meet, pick, rally, re-collect, reap, recollect, skim, stockpile, treasure
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά μαζεύω, μαζεύω χόρτα, μαζεύω τα σύνεργά μου όραση ακοή γέψη όσφρηση αφή μυαλό, μαζεύω τα σύνεργά μου, μαζεύω τα πεσμένα στάχυα, μαζεύω τα κομμάτια μου, μαζεύω στα αγγλικά, accrue στα ελληνικά
μαζεύω στα αγγλικά