lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μαζεύω στα ρουμανική

Λέξη:
μαζεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρουμανική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ρουμανική μαζεύω, μαζεύω χόρτα, μαζεύω τα σύνεργά μου όραση ακοή γέψη όσφρηση αφή μυαλό, μαζεύω τα σύνεργά μου, μαζεύω τα πεσμένα στάχυα, μαζεύω τα κομμάτια μου, μαζεύω στα ρουμανική, aduna στα ελληνικά
μαζεύω στα ρουμανική