lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συσκευή στα νορβηγικά

Λέξη:
συσκευή (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (15):
anlegg, anordning, anstalt, apparat, beslag, innretning, installasjon, instrument, middel, organ, organisasjon, stell, tilbehør, tilstelning, verktøy
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά συσκευή, συσκευή συρμάτωσης πλαισίων, συσκευή ποπ κορν, συσκευή παρακολούθησης μωρού, συσκευή μόνιμης αποτρίχωσης, συσκευή μασάζ, συσκευή στα νορβηγικά, anlegg στα ελληνικά
συσκευή στα νορβηγικά