lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ωρύομαι στα πολωνική

Λέξη:
ωρύομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
πολωνική ωρύομαι, ωρύομαι κλιση, ωρύομαι ετυμολογία, ωρύομαι στα πολωνική, ryczeć στα ελληνικά
ωρύομαι στα πολωνική