lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ωρύομαι στα πορτογαλικά

Λέξη:
ωρύομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
bramar, mugir, rebuçar, rugir
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά ωρύομαι, ωρύομαι κλιση, ωρύομαι ετυμολογία, ωρύομαι στα πορτογαλικά, bramar στα ελληνικά
ωρύομαι στα πορτογαλικά