lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βάδισμα στα γαλλικά

Λέξη:
βάδισμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (23):
allure, arrachement, démarche, espèce, facture, façon, genre, guise, manière, marche, mode, moyen, méthode, procédé, ressource, réglure, sorte, style, tenue, ton, tour, train, trać
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά βάδισμα, βάδισμα χήνας, βάδισμα τησ χήνασ, βάδισμα της γάτας, βάδισμα στις μύτες των ποδιών, βάδισμα στις μύτες, βάδισμα στα γαλλικά, allure στα ελληνικά
βάδισμα στα γαλλικά