lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βάδισμα στα σουηδικά

Λέξη:
βάδισμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (10):
gång, genre, manér, medel, råd, sätt, sett, sortera, utväg, vis
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά βάδισμα, βάδισμα χήνας, βάδισμα τησ χήνασ, βάδισμα της γάτας, βάδισμα στις μύτες των ποδιών, βάδισμα στις μύτες, βάδισμα στα σουηδικά, gång στα ελληνικά
βάδισμα στα σουηδικά