lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αδύναμος στα ρωσικά

Λέξη:
αδύναμος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (10):
вялый, немощный, слабый, ломкий, нежный, непрочный, тонкий, хил, хилый, хрупкий
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά αδύναμος, αδύνατος τύπος προσωπικής αντωνυμίας, αδύνατος συνώνυμο, αδύναμοσ κρίκοσ, αδύναμος χαρακτήρας, αδύναμος συνώνυμα, αδύναμος στα ρωσικά, вялый στα ελληνικά
αδύναμος στα ρωσικά