lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αδύναμος στα ιταλικά

Λέξη:
αδύναμος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (14):
cagionevole, debole, delicato, esile, fiacco, fievole, fioco, floscio, fragile, gracile, infermo, labile, scarso, tenue
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά αδύναμος, αδύνατος τύπος προσωπικής αντωνυμίας, αδύνατος συνώνυμο, αδύναμοσ κρίκοσ, αδύναμος χαρακτήρας, αδύναμος συνώνυμα, αδύναμος στα ιταλικά, cagionevole στα ελληνικά
αδύναμος στα ιταλικά