lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελαττώνω στα ιταλικά

Λέξη:
ελαττώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (6):
diminuire, ridurre, rimpicciolire, scemare, attenuare, allentare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά ελαττώνω, ελαττώνω συνωνυμα, ελαττώνω στα αγγλικα, ελαττώνω στα ιταλικά, diminuire στα ελληνικά
ελαττώνω στα ιταλικά