lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελαττώνω στα φινλανδικά

Λέξη:
ελαττώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (9):
alentaa, pienentää, supistaa, helpottua, kulua, lieventää, hellittää, helpottaa, lyhentää
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά ελαττώνω, ελαττώνω συνωνυμα, ελαττώνω στα αγγλικα, ελαττώνω στα φινλανδικά, alentaa στα ελληνικά
ελαττώνω στα φινλανδικά