lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελαττώνω στα ουγγρική

Λέξη:
ελαττώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (5):
csökkenés, csökkent, csökkenteni, kisebbíteni, lecsökkent
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ελαττώνω, ελαττώνω συνωνυμα, ελαττώνω στα αγγλικα, ελαττώνω στα ουγγρική, csökkenés στα ελληνικά
ελαττώνω στα ουγγρική