lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελαττώνω στα ρωσικά

Λέξη:
ελαττώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (4):
уменьшать, приуменьшать, приуменьшить, уменьшить
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ελαττώνω, ελαττώνω συνωνυμα, ελαττώνω στα αγγλικα, ελαττώνω στα ρωσικά, уменьшать στα ελληνικά
ελαττώνω στα ρωσικά