lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δυσάρεστος στα ουγγρική

Λέξη:
δυσάρεστος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
csúnya, kellemetlen, bántó, bosszantó, kényelmetlen, kínos
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική δυσάρεστος, δυσάρεστος συνώνυμα, δυσάρεστος σημασία, δυσάρεστος λεξικο, δυσάρεστος στα ουγγρική, csúnya στα ελληνικά
δυσάρεστος στα ουγγρική