lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δυσάρεστος στα ισπανικά

Λέξη:
δυσάρεστος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (14):
agrio, antipático, bronco, desabrido, desagradable, desapacible, displicente, doloroso, ingrato, lamentable, penoso, riguroso, violento, áspero
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά δυσάρεστος, δυσάρεστος συνώνυμα, δυσάρεστος σημασία, δυσάρεστος λεξικο, δυσάρεστος στα ισπανικά, agrio στα ελληνικά
δυσάρεστος στα ισπανικά