lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βασικός στα τσεχική

Λέξη:
βασικός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (15):
důležitý, elementární, fundamentální, hlavní, podstatný, počáteční, primitivní, primární, první, prvotní, původní, vitální, základní, zásadní, životní
Σχετικές λέξεις:
τσεχική βασικός, βασικός ύποπτος για φόνο, βασικός μισθός πτυχιούχου αει 2014, βασικός μισθός με πτυχίο, βασικός μισθός καθαρά, βασικός μισθός άνω των 25, βασικός στα τσεχική, důležitý στα ελληνικά
βασικός στα τσεχική